Είναι οι στιγμές που κάθεσαι έξω από ένα ιατρείο, παριστάνοντας ότι διαβάζεις, ότι χαζεύεις το κινητό, ότι σκέφτεσαι κάτι άσχετο. Και στην πραγματικότητα, όλο σου το είναι είναι κολλημένο σ’ ένα αποτέλεσμα. Σε μια λέξη. Σε μια φράση που μπορεί να αλλάξει τα πάντα. Είσαι ο φροντιστής. Εκείνος που πρέπει να είναι δυνατός. Να στηρίξει, …
Είναι οι στιγμές που κάθεσαι έξω από ένα ιατρείο,
παριστάνοντας ότι διαβάζεις, ότι χαζεύεις το κινητό,
ότι σκέφτεσαι κάτι άσχετο.
Και στην πραγματικότητα, όλο σου το είναι είναι κολλημένο σ’ ένα αποτέλεσμα.
Σε μια λέξη.
Σε μια φράση που μπορεί να αλλάξει τα πάντα.
Είσαι ο φροντιστής.
Εκείνος που πρέπει να είναι δυνατός.
Να στηρίξει, να χαμογελάσει, να εξηγήσει, να αντέξει.
Και αυτό σημαίνει πως δεν σου επιτρέπεται να καταρρεύσεις.
Ούτε να δείξεις φόβο. Ούτε να πεις δυνατά την αγωνία σου.
Γιατί εσύ δεν είσαι ο ασθενής.
Εσύ απλώς περιμένεις.
Δεν το καταλαβαίνεις, αλλά το σώμα σου το ξέρει.
Είναι σαν να κρατιέται σε αναμονή κι αυτό.
Από μέσα προς τα έξω.
Περιμένεις με τρόμο που κρύβεται πίσω από κουρασμένα μάτια.
Με δάκρυα που δεν τρέχουν, γιατί πρέπει να είσαι «ψύχραιμος».
Με σκέψεις που στροβιλίζονται ασταμάτητα και σενάρια
που έχεις απαγορέψει στον εαυτό σου να πει φωναχτά.
Το στομάχι σου είναι κόμπος.
Το βλέμμα καρφωμένο στην πόρτα.
Αλλά όταν ανοίγει, γυρίζεις δήθεν τυχαία αλλού.
Σαν να προσπαθείς να ξεγελάσεις τον εαυτό σου ότι δεν περιμένεις.
Δεν ξέρεις αν εύχεσαι να αργήσει ή να έρθει γρήγορα το χαρτί.
Γιατί αν αργεί, ίσως σημαίνει πως δεν είναι καλά.
Αν έρθει, πρέπει να το ανοίξεις.
Κι αν είναι άσχημα;
Τι θα πω;
Πώς θα το πω;
Θεέ μου, δεν θέλω τίποτα άλλο.
Μόνο να είναι σταθερά.
Μόνο αυτό.
Πίστη Κρυσταλλίδου