Ναι τους έκανα να πιστεύουν ότι είμαι δυνατή….

Κάθε φορά που έτρεχαν πίσω μου όταν πήγαινα να κάνω κάτι νευρίαζα, γιατί νόμιζα ότι με θεωρούσαν ήδη ξεγραμμένη. Νόμιζα ότι με θεωρούσαν άρρωστη και με έβαζαν στην άκρη. Με παραγκώνιζαν.

Δεν είναι παράξενο όταν έρχεσαι αντιμέτωπος με μια μεγάλη δυσκολία στη ζωή σου, όταν κινδυνεύει η υγεία σου , εκείνη την περίοδο να γίνεσαι λίγο «παρτάκιας» όπως μου είπε μια καινούργια φίλη και είχε δίκιο.

Νομίζω ότι είναι απόλυτα δικαιολογημένο να προσπαθείς να βρεις στηρίγματα πρώτα μέσα σου και έπειτα γύρω σου για να μπορέσεις να δεχτείς αρχικά τη νέα κατάσταση «Τι μου συμβαίνει τώρα; Είναι αλήθεια;» και μετά να βρεις τη δύναμη να σηκώσεις τα μανίκια και να προετοιμαστείς για μάχη. Μια μάχη άνιση. Μια μάχη που η ζυγαριά αρχικά γέρνει προς το άλλο στρατόπεδο. Μια μάχη που είσαι αποφασισμένος να τη δώσεις και να την κερδίσεις με όποιο κόστος σωματικό και ψυχικό.

Και αφού το κάνεις αυτό καλείσαι μετά να επιλέξεις τους συμμάχους σου, τους εμψυχωτές σου. Τους ανθρώπους εκείνους  που θα επιτρέψεις να δουν τη «γύμνια» της αρρώστιας, τον πόνο, την αγωνία, το φόβο και εν τέλει την αδυναμία σου. Και πρέπει να τους επιλέξεις σωστά έτσι, ώστε να μπορούν να αντέξουν, να μη λυγίσουν κάθε φορά που θα χρειαστεί να στηριχτείς πάνω τους.

Με ποια κριτήρια όμως θα κάνεις αυτή την επιλογή όταν κι εσύ ο ίδιος δε γνωρίζεις τι πρόκειται να αντιμετωπίσεις; Τότε λοιπόν μπαίνεις στη διαδικασία της «δοκιμής». Αποκαλύπτεις με δόσεις  τα συναισθήματά σου και παρακολουθείς αντιδράσεις.

Ήδη νοιώθεις ενοχές που αναστάτωσες τις ζωές των αγαπημένων σου και προσπαθείς όσο το δυνατό λιγότερο να τις επηρεάσεις με την αρρώστια σου. Από την αρχή αυτής της περιπέτειας μου, έδωσα μια υπόσχεση στον εαυτό μου- να στενοχωρήσω όσο το δυνατό λιγότερο αυτούς που αγαπάω- να τους αφήσω τη γλυκιά αίσθηση ότι όλο αυτό είναι πανεύκολο, ανώδυνο- να μην γίνω εγώ η αιτία της αλλαγής της καθημερινότητάς τους – όποια κι αν είναι η κατάληξη να θυμούνται ότι ήμουν μαχητής, ότι δεν εγκατέλειψα, ότι δεν κλαψούριζα.

Σφίγγεις ,λοιπόν, τα δόντια και υπερβάλλεις εαυτό πολλές φορές για να μην καταλάβουν. Όμως οι δικοί μας άνθρωποι πάντοτε καταλαβαίνουν γιατί μας αγαπούν και νοιάζονται.  Και είναι δίπλα μας με το δικό τους τρόπο ο καθένας. Μπορεί την απόφαση να παλέψεις να την πήρες μόνος σου, αλλά η μάχη είναι δύσκολη και δεν μπορείς να τα καταφέρεις χωρίς βοήθεια. Διαπιστώνεις ότι δίπλα σου στέκουν οι γιατροί σου που ως άλλοι προπονητές σε καθοδηγούν, σε ενθαρρύνουν και σε εφοδιάζουν με «προμήθειες» για να κάνουν τον αγώνα σου πιο  εύκολο και με τις λιγότερες απώλειες.

Αυτοί όμως που ζουν μαζί σου είναι που επωμίζονται το μεγαλύτερο βάρος.

Κάθε φορά που έτρεχαν πίσω μου όταν πήγαινα να κάνω κάτι νευρίαζα, γιατί νόμιζα ότι με θεωρούσαν ήδη ξεγραμμένη. Νόμιζα ότι με θεωρούσαν άρρωστη και με έβαζαν  στην άκρη. Με παραγκώνιζαν.

Έτσι έσφιγγα ακόμη περισσότερο τα δόντια για να τους δείξω ότι είμαι ακόμα εδώ. Ότι είμαι ζωντανή. Ότι μπορώ να κάνω ότι και πριν. Ότι δεν έχει αλλάξει κάτι.  Ναι τους  κορόιδευα. Ναι τους έκανα να πιστεύουν ότι είμαι δυνατή.  Έχασα όμως. Έχασα την ευκαιρία να χωθώ μέσα στην αγκαλιά τους , να μου απαλύνουν το φόβο, την αγωνία, τον πόνο. Στην προσπάθειά μου να μην καταλάβουν τους κράτησα σε απόσταση, γιατί κράτησα τα συναισθήματά μου σε απόσταση. Τώρα συνειδητοποιώ ότι προσπαθούσαν να με φροντίσουν, να με απαλλάξουν από περιττά βάρη ώστε να κάνω οικονομία δυνάμεων για τον αγώνα μου.

Τώρα συνειδητοποιώ την δική τους αγωνία, τον δικό τους αγώνα.

Τώρα συνειδητοποιώ ότι η «νίκη» τους ανήκει.

Σας ευχαριστώ που είστε δίπλα μου.

Αντωνίου Αναστασία