Τι δύναμη μπορεί να έχει ένα χαμόγελο. Περπατάς σκυθρωπός, σκέφτεσαι , προγραμματίζεις και ξαφνικά ακούς τη μαγική λέξη «ΚΑΛΗΜΕΡΑ», σηκώνεις το κεφάλι και βλέπεις ένα χαμογελαστό πρόσωπο και λες κι εσύ « ΚΑΛΗΜΕΡΑ».
Η επόμενη τυπική , αλλά ουσιαστική ατάκα «Τι κάνεις;» και η απάντηση «Καλά. Εσύ;», «Και εγώ καλά» και συνεχίζεις το δρόμο σου, όμως έπειτα από αυτά τα λίγα λεπτά που σε έβγαλαν από τις σκέψεις σου τίποτα δεν είναι το ίδιο.
Λίγες τυπικές ατάκες και ένα χαμόγελο, αχ… το χαμόγελο, τι δύναμη έχει.
Ναι είμαι καλά, είμαι εδώ ζωντανός, αρτιμελής. Σηκώνω το κεφάλι και βλέπω γύρω μου τόση ομορφιά. Η φύση, ο αέρας που αναπνέω, η οικογένεια, οι φίλοι που αγαπώ και με αγαπούν και αυτές οι τυπικές λέξεις που καθόλου τυπικές δεν είναι τελικά. Είναι πολύ σημαντικό να έχεις γύρω σου ανθρώπους που ενδιαφέρονται, νοιάζονται για σένα κι εσύ γι’ αυτούς.
Δεν είσαι μόνος στα βάσανα σου. Πάντα έχεις συνοδοιπόρους και υποστηρικτές.
Μεγάλο ΔΩΡΟ η ΖΩΗ. Άρπαξέ το, άνοιξέ το και ξεκίνησε να το χαίρεσαι με όλο σου το είναι.
Πάντοτε θαύμαζα τους θετικούς, αισιόδοξους ανθρώπους και αναρωτιόμουν από πού αντλούσαν τη δύναμη να ξεπερνούν τις δυσκολίες και να συνεχίζουν.
Είχα την τύχη να γνωρίσω κάποιους τέτοιους ανθρώπους και κατάλαβα ότι δεν είναι κάτι μαγικό, άπιαστο, εξωπραγματικό. Απλώς έχουν μια διαφορετική οπτική για τα πράγματα, απλώς έχουν καταλάβει αυτό το δώρο της Ζωής και προσπαθούν να το γευτούν μέχρι την τελευταία του σταγόνα.
Πάντοτε όμως με αξιοπρέπεια και σεβασμό γι’ αυτό που τους χαρίστηκε από το Δημιουργό τους. Δεν προκαλούν, αλλά αντιθέτως προσπαθούν να παρασύρουν κι άλλους να καταλάβουν το νόημα της ζωής και τότε αυτοί οι απλοί άνθρωποι γύρω μας γίνονται τα φωτεινά παραδείγματα, οι ήρωες της διπλανής πόρτας, που δίνουν κουράγιο σε όλους εμάς τους μίζερους, ανικανοποίητους, που συνεχώς ζητούν κι άλλα και βυθίζονται στη μιζέρια και τη δυστυχία τους.
Ο πατέρας μου ήταν ένας από αυτούς τους χαρισματικούς ανθρώπους. Χαμογελαστός, εργατικός, στοργικός, υπομονετικός, γεμάτος ζωή, χωρίς φόβο. Πατούσε γερά στα πόδια του και στηριζόταν στα χέρια του. Αν και έζησε τόσο λίγο, έζησε τόσα πολλά, γιατί χάρηκε την οικογένεια και τους φίλους του και γεύτηκε τη ζωή μέχρι τέλους. Ακόμη και στην περίοδο της αρρώστιας του έβγαινε βόλτα, πήγαινε στο καφενείο και όταν τον ρώτησα
«Μπαμπά δεν στεναχωριέσαι που οι άλλοι σε κοιτούν περίεργα;» ( ο πατέρας μου είχε καρκίνο στο συκώτι και ίκτερο) , μου απάντησε τόσο αυθόρμητα
«Δεν έκανα κάτι, δεν είναι ντροπή η αρρώστια, εκτός κι αν έχω κάτι που κολλάει».
Εγώ γιατρός του πανεπιστημίου, ο πατέρας μου του δημοτικού και μου είπε μια τόσο σπουδαία αλήθεια ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΝΤΡΟΠΗ Η ΑΡΡΩΣΤΙΑ.
Όχι δεν είναι, ούτε τιμωρία είναι. Είμαστε θνητοί και όχι θεοί, άρα όχι αθάνατοι. Φυσική πορεία μας στη γη είναι η ζωή και ο θάνατος. Όλοι γεννηθήκαμε και όλοι θα πεθάνουμε. Το πότε δεν το γνωρίζουμε γιατί δεν είμαστε κονσέρβες με ημερομηνία λήξεως, αλλά το πώς είναι στο χέρι μας, όπως είναι και στο χέρι μας το πώς θα ζήσουμε. Θα ζήσουμε με γκρίνια ή με ευγνωμοσύνη στο Δημιουργό μας; Θα ζήσουμε μες στη μιζέρια ή θα χαρούμε κάθε στιγμή σαν να είναι μοναδική; Η επιλογή είναι πάντοτε δική μας.
Είμαστε όμως και κρίκοι μιας αλυσίδας. Ο τρόπος ζωής μας επηρεάζει και τους γύρω μας – αδέλφια, γονείς, παιδιά, φίλους.
Όταν διαγνώστηκα με καρκίνο φοβήθηκα και θέλησα να κλειστώ κάπου, να εγκαταλείψω και να περιμένω το θάνατο. Σκέφτηκα όμως τι πόνο θα προκαλέσω στα παιδιά μου, ένα με την αρρώστια μου και δεύτερο με τη δειλία μου και τον εγωισμό μου. Τώρα ξέρω ότι κάποια στιγμή θα φύγω, όπως όλοι, όχι απαραίτητα από τον καρκίνο μου, αλλά τα παιδιά μου θα θυμούνται ότι το πολέμησα, το προσπάθησα και τελικά το έζησα.
Όλα είναι εμπειρίες, καλές, κακές και από όλα έχουμε κάτι καλό να πάρουμε , να ωριμάσουμε. Τι να το κάνω ένα μεγάλο, αλλά λευκό τετράδιο από ένα μικρό τετραδιάκι που όμως έχει γραφτεί μέχρι και το εξώφυλλο και τα περιθώρια του με εικόνες, στιγμές, χαρές αλλά και λύπες και θα μείνει πίσω να το διαβάζουν κι αυτοί που δεν θα με γνωρίσουν…
Α.Α
Ένα χαμόγελο…
Ακόμη και στην περίοδο της αρρώστιας του έβγαινε βόλτα, πήγαινε στο καφενείο και όταν τον ρώτησα «Μπαμπά δεν στεναχωριέσαι που οι άλλοι σε κοιτούν περίεργα;» ( ο πατέρας μου είχε καρκίνο στο συκώτι και ίκτερο) , μου απάντησε τόσο αυθόρμητα «Δεν έκανα κάτι, δεν είναι ντροπή η αρρώστια, εκτός κι αν έχω κάτι που κολλάει»