Συγχωρώ, λοιπόν, σημαίνει – κατ’ αρχάς ετυμολογικά – «κάνω χώρο», σημαίνει, διευρύνομαι, μεγαλώνω, ανοίγω για να χωρέσει το «Άλλο», το «Αντίθετο», ακόμη κι αυτό που με πλήγωσε, μου έκανε κακό. Ανοίγω για να χωρέσω την αδυναμία του άλλου, του συνανθρώπου μου, διευρύνομαι δείχνοντας μεγαλοψυχία και αξιοπρέπεια…