Επικοινωνία Γιατρού- Ασθενούς

Αποσπάσματα από το βιβλίο της Έφης Σίμου: Επικοινωνία Γιατρού- Ασθενούς: Ένας Πρακτικός Οδηγός Δεξιοτήτων Επικοινωνίας.

Πριν ξεκινήσετε την ανακοίνωση των δυσάρεστων νέων, θα πρέπει να έχετε συγκεντρώσει αρκετές πληροφορίες, για τον τρόπο με τον οποίο ο ασθενής αντιλαμβάνεται την ιατρική του κατάσταση και, κυρίως, για το πως αντιλαμβάνεται τη σοβαρότητα της κατάστασης.

Παρότι ο κάθε γιατρός μπορεί να επιλέξει το δικό του προσωπικό στυλ, παρατίθενται κάποια παραδείγματα, όπως: «τι νομίζετε ότι σας συμβαίνει;», «ανησυχείτε ότι είναι κάτι σοβαρό;».

Πριν από την παροχή πληροφοριών, ο γιατρός θα πρέπει να μάθει τι γνωρίζει ο ασθενής για την κατάστασή του ή τι θα ήθελε να γνωρίζει.

Πολλές φορές, άλλοι γιατροί ή οι πάροχοι υγειονομικής περίθαλψης έχουν ήδη κοινοποιήσει πληροφορίες στον ασθενή, οι οποίες του έχουν δημιουργήσει συγκεκριμένες αντιλήψεις για την ασθένειά του ή μπορεί να του έχουν προκαλέσει σύγχυση.

Επιπλέον, ο ασθενής έρχεται στο γιατρό με υφιστάμενες και καλά εγκατεστημένες προκαταλήψεις σχετικά με την κατάστασή του, οι οποίες μπορεί να βασίζονται στην κοινωνική εκμάθηση ή σε άλλες λιγότερο έγκυρες πηγές. Είναι επομένως σημαντικό ο γιατρός να κατανοήσει τι αντιλαμβάνεται ο ασθενής, καθώς και το επίπεδο παρανόησης αναφορικά με την προσλαμβανόμενη πληροφόρηση.

Επιπλέον, δεν θέλουν όλοι οι ασθενείς το ίδιο επίπεδο πληροφόρησης.

Κάποιοι θέλουν μια γενική ενημέρωση, ενώ κάποιοι άλλοι απαιτούν εξαντλητικές λεπτομέρειες. Έτσι, ο γιατρός θα πρέπει να αξιολογήσει το επίπεδο πληροφόρησης που αναζητά ο κάθε ασθενής και να παρουσιάσει αυτές τις πληροφορίες με τρόπο σαφή και κατανοητό. Η παροχή πληροφοριών θα πρέπει να πραγματοποιείται σταδιακά και αφού προηγουμένως έχει ελεγχθεί το επίπεδο κατανόησης του ασθενούς. Όταν είναι εφικτό, η παροχή πληροφοριών θα πρέπει να γίνεται γραπτά, ώστε να δοθεί χρόνος στον ασθενή να κατανοήσει το πρόβλημα.

Ένα καλό σημάδι για την εκτίμηση της κατάστασης και την καθοδήγηση της περαιτέρω συζήτησης αποτελεί η φύση των ερωτήσεων που κάνει ο ασθενής.

Εάν οι ερωτήσεις εκφράζουν την προσπάθεια, για την κατανόηση των πληροφοριών που μόλις παρουσιάστηκαν, η παροχή επιπλέον λεπτομερειών μπορεί να δικαιολογηθεί. Εάν οι ερωτήσεις αντανακλούν σύγχυση, είναι σκόπιμο ο γιατρός να επιστρέψει στην παροχή βασικών πληροφοριών για την ασθένεια και τη θεραπεία. Αν ο ασθενής δεν έχει ερωτήσεις ή αισθάνεται προφανώς άβολα, αυτή είναι μία καλή ευκαιρία για τον γιατρό να σταματήσει τη συζήτηση και να προσαρμοστεί αναλόγως στην επιθυμία του ασθενή.

Το να βομβαρδίζουμε τον ασθενή με πληροφορίες που δεν είναι σε θέση να κατανοήσει ή να επεξεργαστεί δεν αποτελεί πάντα την καλύτερη προσέγγιση.
Επιπλέον, πριν προχωρήσετε στην ανακοίνωση των δυσάρεστων νέων προειδοποιήστε τον ασθενή ότι πρόκειται να ανακοινώσετε κάτι δυσάρεστο.

Δεν υπάρχει λόγος να ρίξετε μία «λεκτική βόμβα» που μπορεί να συγκλονίσει τα θεμέλια της ύπαρξής του, όταν μπορείτε να χειριστείτε το θέμα πιο ευγενικά και ανθρώπινα.

Δώστε χρόνο στον ασθενή να προετοιμαστεί για τη νέα δύσκολη κατάσταση που τον περιμένει. Παραδείγματα δηλώσεων προειδοποίησης περιλαμβάνουν φράσεις, όπως: «δυστυχώς, έχω να σας πω κάτι δυσάρεστο», «είναι θλιβερό που πρέπει να σας πω…».

Αποφύγετε την τεχνική ορολογία και την επιστημονική γλώσσα, εξηγήστε στον ασθενή με σαφήνεια την κατάσταση. Δώστε τις πληροφορίες σε μικρά κομμάτια, σταδιακά και διευκρινίστε ότι ο ασθενής καταλαβαίνει όλα όσα του είπατε. Ίσως να χρειαστεί να επαναλάβετε αρκετές φορές, ώστε ο ασθενής να κατανοήσει, τη νέα πληροφορία και να προχωρήσετε σε επιπλέον πληροφόρηση. Θα μπορούσατε να συζητήσετε διευκρινίσεις, όπως: «καταλάβατε τι εννοώ;», «έχει κάποιο νόημα αυτό που σας λέω ή θα θέλατε να το αναλύσουμε επιπλέον;».

Συναισθήματα και αντιδράσεις που αναπτύσσονται κατά τη διάρκεια της συζήτησης θα πρέπει να αναγνωρίζονται και να αντιμετωπίζονται εγκαίρως πριν δυναμιτίσουν τη συζήτηση.

Θα πρέπει επίσης, να αποφεύγεται η υπερβολική ευθύτητα, καθώς μπορεί να σοκάρει τον ασθενή και να τον κάνει να θυμώσει λόγω της ψυχρότητας-αδιαφορίας ή λόγω της έλλειψης σεβασμού στην προσωπικότητά του. Επίσης, για τον ίδιο λόγο θα πρέπει να αποφεύγεται η χρήση φράσεων, όπως: «δεν υπάρχει τίποτα περισσότερο που μπορούμε να κάνουμε».

Αν και η ανάγκη για αλήθεια παραμένει πρωταρχική, την ίδια στιγμή δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η δημιουργία αισθήματος ελπίδας ότι όλα θα πάνε καλά, ειδικά σε περιπτώσεις που φαντάζουν απελπιστικές, δεν θα πρέπει να υποτιμάται.

Ιδιαίτερα, στο πλαίσιο μίας ανίατης ασθένειας και στους ασθενείς τελικού σταδίου, δεν θα πρέπει να αποθαρρύνεται ο ασθενής και να του στερείται κάθε ελπίδα, δεδομένου ότι μία πιο αισιόδοξη προοπτική μπορεί να λειτουργήσει καθησυχαστικά στον πόνο και στη δυσφορία που μπορεί να αισθάνεται, καθώς η ελπίδα και τα αισθήματα συναισθηματικής ανακούφισης που μπορεί να δημιουργήσει μπορεί να αποδειχτούν μέγιστης αξίας και σημασίας.

ΔΕΙΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ