Σε χρόνιες ασθένειες όπως ο καρκίνος, διαβήτης κ.α πέρα από τις εμφανείς επιπτώσεις στην σωματική υγεία έρχεται και η απώλεια στην σεξουαλική διάθεση μια συνέπεια που πολλές φορές δεν συζητιέται καν ούτε από τον ίδιο τον ασθενή.
Ο Freud όριζε την λίμπιντο ως το ενδογενες ερωτικό ένστικτο που επηρεάζεται τόσο από βιολογικούς παράγοντες όπως ορμόνες , κατάσταση υγείας αλλά και ψυχολογικούς παράγοντες όπως η διάθεσή , το άγχος, η εικόνα εαυτού.
Και ενώ πάντα μπορεί να θεωρούμε ότι η απώλεια της λίμπιντο ήταν ζήτημα που αφορούσε κυρίως τις γυναίκες σήμερα διαφαίνεται ότι αποτελεί σημαντικό ζήτημα και για τον αντρικό πληθυσμό.
Χρόνιες ασθένειες αλλά κυρίως και ψυχολογικές διαταραχές τείνουν να προσβάλλουν την σεξουαλική επιθυμία του ασθενή. Αυτό οφείλεται κυρίως στα σωματικά συμπτώματα που βιώνει όπως πόνο, δυσφορία, αδυναμία, κόπωση αλλά και στα αρνητικά συναισθήματα όπως άγχος, θλίψη, απογοήτευση .
Στην περίπτωση του καρκίνου συνυπάρχει ένας ακόμα σημαντικός παράγοντας και αυτος είναι τα συναισθήματα που βιώνει ενας άνθρωπος για την αλλαγή που βλέπει στην σωματική του εικόνα. Το άτομο νιώθει ότι έχει αλλάξει πολύ και δεν είναι πλέον επιθυμητό η ελκυστικό για τον σύντροφο του. Συναισθήματα και σκέψεις που δεν εκμυστηρεύεται ούτε εξωτερικεύει σε κανέναν και μπορεί να οδηγήσουν στο απομακρυνθεί η να θέλει να αποσυρθεί από τις διαπροσωπικές σχέσεις.
Παρόλο που η πεσμένη λίμπιντο δημιουργεί έντονα αρνητικά συναισθήματα δεν θα συζητητηθει από το άτομο ανοιχτά. Και αυτό διότι το να συζητάμε τις σεξουαλικές επιθυμίες αποτελεί ταμπού για την ελληνική κοινωνία ακόμα περισσότερο να αναφέρουμε την διαταραχή στην σεξουαλική μας υγεία.
Ως ανθρώπινα όντα θεωρούμε κομμάτι της υπαρξης μας και προσδιοριζόμαστε απο την σεξουαλική μας επιθυμία. Το να παραδεχτούμε ότι κάτι δεν πάει καλά αποτελεί πλήγμα για την εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας.
Σήμερα όλες οι σεξουαλικές διαταραχές αντιμετωπίζονται και ιατρικά αλλά και ψυχοθεραπευτικα. Μέσω της ψυχοθεραπείας το άτομο μαθαίνει να αντιμετωπίζει όλα τα αρνητικά συναισθήματα που βιώνει για την ασθένεια του αλλά και τι προκαλεί σε σεξουαλικό επίπεδο αλλά κυρίως μαθαίνει να επικοινωνεί με τον/την σύντροφο του. Η αντιμετώπιση της κατάστασης αποτελεί ζήτημα δυαδικό και αφορά το ζευγάρι και όχι μόνο το άτομο.
Το μόνο που χρειάζεται να κάνει ο ασθενής είναι να επικοινωνήσει..η επικοινωνία σε αυτήν την περίπτωση είναι το καλύτερο γιατρικό.
——————————————————————————————————————————————
Γράφει η Μαίρη Ι.Βαρβαρούση
Σύντομο Βιογραφικό σημείωμα
Η Μαίρη Ι.Βαρβαρούση γεννήθηκε το 1983 στην Πτολεμαΐδα. Είναι απόφοιτος του τμήματος Ψυχολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Έχει εργαστεί στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης. Ακολούθησε την κατεύθυνση της Κλινικής Ψυχολογίας με παράλληλη εκπαίδευση στην Γνωστική Αναλυτική και Γνωστική Συμπεριφορική θεραπεία. Συμμετείχε σε συνέδρια με ανακοινώσεις και δημοσιεύσεις.
Από το 2005 ζει και εργάζεται στην Πτολεμαΐδα όπου διατηρεί ιδιωτικό γραφείο.