Στο σόι μου είχαμε άγνοια καρκίνου – η σπεσιαλιτέ μας ήταν τα ψυχικά νοσήματα. Έτσι, έπρεπε να μεγαλώσω, για να δω φίλους των γονιών μου να πεθαίνουν από καρκίνο. Έπρεπε να περάσω απ’ την ιατρική για να συλλάβω το μέγεθος και την αγριότητα της αρρώστιας.
Υπάρχουν αμέτρητα νοσήματα φθοράς που σκοτώνουν τους ασθενείς με μαρτυρικό τρόπο, αλλά ο καρκίνος ξεχωρίζει γιατί είναι ο Πρωτέας των νόσων: έχει ένα σωρό μορφές που αλλάζουν συνεχώς, είναι ύπουλος, επίμονος, αδηφάγος. Η ετυμολογία του τα λέει όλα: όπως ο κάβουρας αρπάζει κάτι με τη δαγκάνα και δεν το αφήνει, έτσι κι ο καρκίνος αδράχνει τον οργανισμό και τον κρατά δέσμιο ενός αγώνα απάνθρωπου και υπεράνθρωπου.
Όταν λατρεμένες φίλες μου επλήγησαν από καρκίνο του μαστού, όταν χάσαμε τον Χρήστο μας από λέμφωμα – τριάντα τέσσερα χρονώ παλικάρι – άρχισα να συνειδητοποιώ πως η κληρονομικότητα δεν με προστατεύει: ως μανιώδης καπνιστής, αν μη τι άλλο, παίζω με την τύχη μου.
Όμως αυτές οι αράδες έχουν άλλο σκοπό. Θέλω να μιλήσω, με ταπεινότητα κι ευγνωμοσύνη, για όλους τους ανθρώπους, επιφανείς και αφανείς, που κοινοποιούν τη μάχη τους ενάντια στον καρκίνο, που φωτογραφίζουν τα πανέμορφα πρόσωπά τους, χωρίς μαλλιά και φρύδια, και με μεγάλους μαύρους κύκλους στα μάτια, που δείχνουν τις ουλές της μαστεκτομής με θάρρος, σαν παράσημα επιβίωσης.
Κι αυτή η έκθεση, η γενναία ομολογία, είναι τρομερά πολύτιμη, διότι επί αιώνες ο καρκίνος ήταν ταμπού, η αναφορά της λέξης απαγορευμένη: «επάρατη νόσος», «η κακιά αρρώστια» (λες κι οι υπόλοιπες είναι καλές). Με τις αναρτήσεις και τις φωτογραφίες τους, με το χρονικό του καρκίνου που μοιράζονται μαζί μας, οι θαυμαστοί μας συνάνθρωποι δείχνουν αυτό που είναι αλήθεια για κάθε αρρώστια, είτε θεραπεύεται, είτε όχι.
Η ζωή είναι απείρως σπουδαιότερη απ’ τη φθορά της.
Αύγουστος Κορτώ