«Μα μαμά αφού είναι οι αγαπημένες μου! Όταν τις φοράω νιώθω όμορφα, νιώθω δυνατός, νιώθω και εγώ σαν τον σπάντμαν», και μου δείχνει με το αριστερό το χεράκι, τις κόκκινες παντόφλες του Σπάιντερμαν που είχε στα πόδια του από χθες που τις αγοράσαμε και δεν τις αποχωρίστηκε ούτε στον ύπνο του.
«Αχ πονάει το χέρι μου μωρέ μαμά, κάνε κάτι!»
Με απαλές, προσεκτικές κινήσεις κλείνω το δεξί του χεράκι μέσα στη χούφτα μου και το φιλώ προσέχοντας να μην κουνήσω την πεταλουδίτσα. Τόσες φορές προσπάθησε η νοσοκόμα χθες να του βρει φλέβα…τρέμω και μόνο στη σκέψη να το αγγίξω…Σκύβω, τον φιλώ στο μάγουλο και τον βοηθώ να βάλει το μπουφάν του.
«Μαμά να ξέρεις είμαι και εγώ σπαντμαν! Το δεξί μου χέρι είναι μαγικό…κοίτα…από εδώ μπαίνει αυτό το υγρό μέσα μου που θα με κάνει δυνατό…και θα μπορώ να τρέχω πάλι, να φωνάζω, να γελάω, να πηδάω από τον καναπέ και να παίζω μπάλα με τους φίλους μου. Μαμά…να ξέρεις…είμαι σπανταμ…να! κοίτα και τις παντόφλες μου.»
«Ναι αντράκο μου είσαι…» ψέλλισα και άνοιξα την πόρτα για να βγούμε στην αυλή…εγώ, προσπαθώντας να μαζέψω το δάκρυ μου και ο δικός μου ήρωας, ο μικρός μου σπαντμαν με τις παντόφλες του χαμογελαστός και έτοιμος να δώσει άλλη μια μάχη με το καρκινάκι του.
Ας μας βοηθήσει ο Θεός να πάνε όλα καλά!