Μια από τις σημαντικότερες πρόσφατες αλλαγές στο χώρο της υγείας διεθνώς υπήρξε το αυξανόμενο ενδιαφέρον για την παροχή πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και την πρόληψη. Οι κοινωνίες άρχισαν να συνειδητοποιούν τα όρια της σύγχρονης θεραπευτικής – νοσοκομειακής ιατρικής απέναντι στα μείζονα προβλήματα υγείας της εποχής μας, που προκαλούνται από τον καρκίνο, τα καρδιαγγειακά νοσήματα, τα ατυχήματα, τις ψυχικές διαταραχές, τις χρόνιες εκφυλιστικές παθήσεις, το ΑIDS κ.α. Ταυτόχρονα, οι κρατικοί προϋπολογισμοί όλο και περισσότερο δυσκολεύονται ή και αδυνατούν, να ανταποκριθούν στις διογκούμενες δαπάνες για την υγεία, που στη συντριπτική τους πλειοψηφία καλύπτουν ανάγκες κατεξοχήν, του νοσοκομειακού τομέα.
Οι βασικοί στόχοι της Προαγωγής Υγείας, είναι α) η πρόοδος στην εξέλιξη του φυσικού και κοινωνικού περιβάλλοντος με την υιοθέτηση υγιεινών συμπεριφορών, β) η αναβάθμιση των ευρύτερων παραγόντων που επηρεάζουν την υγεία, που είναι οικονομικοί, περιβαλλοντικοί, κοινωνικοί κ.α. προϋποθέτουν όμως, μεγάλο αριθμό δράσεων π.χ., διατροφική πολιτική, στέγαση, αντιμετώπιση του καπνίσματος, επιδεξιότητες προσαρμογής, κοινωνική υποστήριξη κα. Κατά συνέπεια, η Προαγωγή Υγείας εκτός από τη συνεργασία των υπηρεσιών υγείας, στηρίζεται και στη συμβολή όλων των φορέων που σχετίζονται με τους ευρύτερους αυτούς παράγοντες. Στο πλαίσιο αυτής της συνεργασίας, η Προαγωγή Υγείας συνδυάζει ποικίλες και αλληλεπικαλυπτόμενες μεθόδους προσέγγισης, όπως η επικοινωνία, η εκπαίδευση η νομοθεσία, τα οικονομικά μέτρα, οι οργανωτικές αλλαγές, η ανάπτυξη της κοινότητας, καθώς και αυτογενείς τοπικές δραστηριότητες κατά των κινδύνων, που απειλούν την υγεία.
Η διαμόρφωση πολιτικών Προαγωγής Υγείας μπορεί έτσι να σχετιστεί και να ενοποιηθεί με άλλες πολιτικές, όπως της εργασίας, της στέγασης, των κοινωνικών υπηρεσιών, της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας κ.ο.κ Επίσης, από τη στιγμή που η Προαγωγή Υγείας αποτελεί ευρύτερη δραστηριότητα στο χώρο της υγείας και της κοινωνίας και όχι απλώς ιατρική υπηρεσία, όλοι οι επαγγελματίες υγείας, οι κοινωνικοί επιστήμονες, οι εκπαιδευτικοί, οι περιβαλλοντολόγοι κ.α., διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξή της.
Στο επίκεντρο της προσπάθειας όλων αυτών των δυνάμεων βρίσκεται η εξασφάλιση της πρόσβασης στην υγεία, δηλαδή η μείωση των σχετικών ανισοτήτων και η αύξηση των ευκαιριών για βελτίωση της υγείας. Η επιδίωξη αυτή συνεπάγεται αλλαγές στις 2 πολιτικές του κράτους, ενίσχυση των σχετικών δομών και της κοινωνικής υποστήριξης, επανασχεδιασμό των υπηρεσιών υγείας, καθώς και ουσιαστική συμμετοχή του κοινού, με την ανάπτυξη δράσεων σε ατομικό και κοινοτικό επίπεδο ώστε να καθίστανται τα άτομα ικανά να αναλαμβάνουν αυθόρμητα ή οργανωμένα υπεύθυνη στάση για την υγεία τους και να διευκολύνεται έτσι ο εντοπισμός των προβλημάτων και η λήψη των σωστών αποφάσεων.
Η ανάγκη ενεργού συμμετοχής των ατόμων στην προάσπιση της υγείας απορρέει από τη σύγχρονη αντίληψη, που ταυτίζει την υγεία με τη δυνατότητα που έχει ένα άτομο ή μια ομάδα, από τη μια, να πραγματοποιεί τις επιθυμίες του/της και να ικανοποιεί τις ανάγκες του/της και από την άλλη, να μεταβάλλει το περιβάλλον ή να προσαρμόζεται σε αυτό. Επομένως, η υγεία θα πρέπει να θεωρείται συντελεστής της καθημερινής ζωής, που καθορίζεται από κοινωνικές και προσωπικές δυνατότητες και ικανότητες. Η ενεργοποίηση του πληθυσμού απαιτεί πλήρη και συνεχή πρόσβαση στην πληροφόρηση για θέματα υγείας, με τη μετάδοση όλων των σχετικών πληροφοριών στο σύνολο του πληθυσμού, κυρίως μέσα από τις διαδικασίες διάδοσης των νέων κανόνων Αγωγής Υγείας.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ ΕΔΩ