Η διάγνωση με καρκίνο μαστού στο γ’ τρίμηνο της κύησης βαρύνεται από την αναγκαιότητα να παραμείνουν υγιείς δύο οργανισμοί ταυτόχρονα, που όμως έχουν εντελώς διαφορετικές προτεραιότητες για να διατηρηθεί η υγεία τους. Το έμβρυο όσο παραμένει (φιλοξενείται) στην ενδομήτρια κοιλότητα και δεν έρχεται σε επαφή με εξωγενείς χημικές ουσίες που μπορεί να το βλάψουν, αποκομίζει καθημερινά οφέλη για τη σωστή ανάπτυξή του και τη μελλοντική του υγεία. Ο μητρικός όμως οργανισμός επείγεται να απαλλαχθεί από την κακοήθεια και να προστατευτεί άμεσα από μελλοντικούς κινδύνους με την έγκαιρη έναρξη θεραπευτικής αγωγής.
Και στο γ’ τρίμηνο, η συμβουλευτική-θεραπευτική ομάδα είναι αυτή που θα παρουσιάσει στους μέλλοντες γονείς όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες για να μπορέσουν να αποφασίσουν «σωστά».
Στην περίπτωση που η διάγνωση της νόσου συμπέσει με τελειόμηνη κύηση ή στοιχειοθετείται εμβρυϊκή ωριμότητα και πιστοποιηθεί η πνευμονική ωρίμανση του εμβρύου τότε τερματίζεται η κύηση (επισπεύδεται ο τοκετός) και ακολουθεί η θεραπεία της μητέρας.
Όταν όμως ο καρκίνος του μαστού διαγνωστεί στις αρχές του γ’ τριμήνου και ειδικότερα πριν την 34η εβδομάδα της κύησης, τότε θα πρέπει να αποφασιστεί είτε ο άμεσος τερματισμός της κύησης με πρόκληση τοκετού ή καισαρική τομή, είτε η αναβολή της θεραπείας της μέλλουσας μητέρας έως ότου ωριμάσει το έμβρυο, είτε ακόμη και η άμεση έναρξη της θεραπείας ενώ η ασθενής συνεχίζει να κυοφορεί.
Τρόποι αντιμετώπισης
Οι θεραπευτικές επιλογές και στο γ’ τρίμηνο είναι σχετικά ίδιες με αυτές του β’ τριμήνου της κύησης.
Κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης κατά την κύηση του γ’ τριμήνου κρίνεται σκόπιμο να γίνεται καρδιοτοκογραφικός συνεχόμενος ή διακοπτόμενος έλεγχος που δείχνει βασική καρδιακή συχνότητα του εμβρύου, εμβρυϊκή κίνηση και μεταβλητότητα των παλμών, ενώ κατά τη διάρκεια του χειρουργείου ή/και μετεγχειρητικά κρίνεται χρήσιμη η χορήγηση τοκολυτικών φαρμάκων στα πλαίσια πρόληψης ή καταστολής της μυομητρικής δραστηριότητας εξαιτίας του stress και του πόνου κατά το χειρουργείο.
Στην περίπτωση όπου η χημειοθεραπεία έχει ήδη κριθεί σκόπιμη ως θεραπευτική προσέγγιση κατά τη διάρκεια της κύησης, τότε η έγκυος ασθενής θα πρέπει να λάβει το τελευταίο χημειοθεραπευτικό σχήμα τουλάχιστον δύο εβδομάδες πριν από τον τοκετό προκειμένου να έχει προλάβει να ανανήψει ο μητρικός μυελός των οστών και να αποφευχθούν προβλήματα ουδετεροπενίας και θρομβοπενίας.
Στις ασθενείς με καρκίνο μαστού 3ου ή 4ου σταδίου στο γ’ τρίμηνο της κύησης προτείνεται ο άμεσος τερματισμός της κύησης και η έναρξη της θεραπείας.
Γεώργιος – Μάριος Χρ. Μακρής, Γυναικολόγος – Ογκολόγος