Πέρασε αρκετή ώρα.
Χάθηκα μετά σε όσα μου είχε αραδιάσει ο άλλος Εγώ μου πριν με παρατήσει σύξυλο στη μέση του πουθενά. Είχα αρχίσει να ανακτώ κάποιον ρυθμό μετά την ηλεκτροπληξία των λόγων του.
Αναρωτιόμουν, πιο νηφάλιος πια. Μήπως δε μας βοηθάει η Πληροφορική και η Τεχνολογία να έχουμε περισσότερες Πληροφορίες άρα ολοένα καλύτερες θεραπείες; Γιατί τη δαιμονοποιούμε; Ήρθαν αμέσως στο νου μου τα λόγια κάποιου Barry Lowitz ενός Αμερικάνου Ιατροφιλοσόφου: μέρος της Ιατρικής Τέχνης είναι η ικανότητα να παίρνεις αποφάσεις έχοντας ανεπαρκείς πληροφορίες! Αν, θεωρητικά, μπορούσαμε να έχουμε όλες τις αναγκαίες κάθε φορά πληροφορίες τι θα χρειαζόταν ο γιατρός και η Τέχνη του; Κι από την άλλη, μηδενίζουμε την Πρόοδο της Πληροφορικής επειδή όπως κάθε καινούργιο κουβαλάει μαζί της και τη σκιά των προβλημάτων της; Αρκεί όμως να έχουμε ένα iphone ή ένα γκατζετάκι στην παλάμη για να απαντάμε στις ερωτήσεις που μας τίθενται σε κάθε στιγμή της Πράξης; Ναι, έχουμε περάσει στη non-paper εποχή, η Τεχνολογία σαρώνει Παρελθόν και Παρόν, γυαλίζει το Μέλλον και υπόσχεται τα πάντα, αλλά: μπορούμε να μείνουμε γιατροί χωρίς να ακουμπούμε τον άρρωστο; Μπορούμε να τον βλέπουμε «εικονικά» μέσα από τις εργαστηριακές του εξετάσεις; Πού έχει ουσιαστικά προοδεύσει η Ιατρική και πού αβυσσοδρομεί; Πόσο και πού υστερούσε ο παλιός κλινικός χωρίς τη στήριξη της Τεχνολογίας αλλά πατώντας στο μπετόν αρμέ της Κλινικής Σκέψης; Πού υστερεί ο σύγχρονος γιατρός; Έχει νόημα η κλινική εξέταση σήμερα; Παίρνοντας με το υδραργυρικό μανόμετρο την πίεση, ακούγοντας με το στηθοσκόπιο την καρδιά, τι κάνουμε περισσότερο συγκριτικά με τα τελειότερα μηχανήματα; Η επαφή δέρματος-δέρματος, το κοίταγμα στα μάτια, η ανάγκη της Αλήθειας και το δεξιοτεχνικό Σερβίρισμά της, όλα τούτα τα αυτονόητα προαπαιτούμενα των ανθρώπινων σχέσεων πού θα βρίσκονται κάποια χρόνια μετά; Να πιάνουμε το χέρι του αρρώστου, να εξετάσουμε τον σφυγμό του, να του περνάμε ίσα στην καρδιά το τρυφερό ψιθύρισμα της εγγύτητας, της αγάπης εν κατακλείδι: είμαι εδώ για σένα. Άγγιγμα χωρίς γάντια. Δε μολύνουν οι άρρωστοι τον υγιή, από τα δικά μας μικρόβια πεθαίνουμε –κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Είμαστε στην ενδιάμεση γενιά. Δεν πρέπει να χαθεί τίποτα από αυτά που φέρνουν κοντά τους ανθρώπους και υπενθυμίζουν πως στις «θεομηνίες» δεν έχουμε πια παρά ο ένας τον άλλον. Να θεραπεύουμε μέσα από τον προβληματισμό και την ανάλυση κάθε αρρώστου ξεχωριστά. Καλές οι ομαδοποιήσεις, αναγκαία τα πρωτόκολλα διάγνωσης και θεραπείας. Αλλά και Personalized Medicine versus Guidelines: ένα στοίχημα του σήμερα, όπου η Πληροφορική μπορεί να βοηθήσει αν το επιδιώξουμε∙ μοιάζει με επίμονο κοίταγμα ενός μικρού δέντρου κατάματα στα φύλλα, αγνοώντας για λίγο το δάσος ολόγυρα καθώς αυτό σκύβει επιχειρώντας να πνίξει το άτομο∙ μια νοηματική αντιστράτευση στον πασίγνωστο απαξιωτικό αφορισμό κοιτώντας το δέντρο, χάνεις το δάσος. Ναι, κάποτε να σηκώσουμε ανάστημα απέναντι στο δάσος. Μια ματιά αυθαίρετη πάνω στην ύπαρξη, τη ζωή, τα γερατειά και το θάνατο, ας μοιάζει μάταιο το εγχείρημα. There is no evidence that “evidence-based” care is more effective than the best judgment of a skilled and experienced physician ισχυρίζεται διαχρονικά ο Barry Lowitz.
Ακόμα. Έτσι κι αλλιώς οι γιατροί, όπως όλοι οι άνθρωποι, τείνουμε προς την ελαχιστοποίηση του διανοητικού κόπου στην άσκηση της εργασίας μας. Κάπου διάβασα ότι έχει υπολογιστεί ότι οι κλινικοί γιατροί αφήνουν κατά μέσον όρο 18″ στον ασθενή να μιλήσει πριν τον διακόψουν, και αυτά πολύ πριν περάσουν οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές στην καθημερινότητα. Αλλά: Οι γιατροί, όπως όλοι οι άνθρωποι, δεν έχουμε αλλάξει, ίδιοι είμαστε με τα καλά μας και τα κακά μας, όπως άλλωστε και η Ανθρωπότητα αμετακίνητη μένει στο αρχικό Περίγραμμά της. Ίδιοι είμαστε, αντιφατικοί και διαφορετικοί μέσα στο ενιαίο Σύνολο. Η Πληροφορική θα μας χαλάσει ή θα μας διορθώσει;
Θυμήθηκα μετά την φράση του Ηράκλειτου οι γουν ιητροί τέμνοντες, καίοντες, πάντηι κακώς βασανίζοντες τους αρρωστούντας επαιτέονται, μηδέν άξιοι μισθόν λαμβάνειν τ’ αυτά εργαζόμενοι τα και αι νούσαι (οι γιατροί, λοιπόν, κόβοντας, καυτηριάζοντας, βασανίζοντας με κάθε τρόπο τους ασθενείς, απαιτούν αμοιβή, ενώ δεν την αξίζουν αφού προκαλούν τα ίδια που κάνουν και οι αρρώστιες). Και τι άραγε είμαστε οι γιατροί στις σύγχρονες κοινωνίες; Θεραπευτές ή πωλητές; «Χορευτές» του μυαλού ή επιδέξιοι χειριστές μηχανών υψηλής τεχνολογίας; Η ανάγκη να βρισκόμαστε σε διαρκή επαφή με τις εξελίξεις της Τεχνολογίας δεν μας έχει απομακρύνει βίαια από την Ανθρωποκεντρική Ιατρική; Έχουμε επίγνωση ότι αποτελούμε ακροτελεύτιες απολήξεις μακρινών βραχιόνων με ελάχιστη δυνατότητα αυτονομίας; Παραπέρα, μήπως μέσα σε τούτη τη «δυστυχή συγκυρία» ανακαλύψουμε ότι πολλά φάρμακα τα παίρναμε χωρίς να τα χρειαζόμαστε; Τα σπίτια με ολόκληρα φαρμακεία στα ερμάρια μήπως λιγοστέψουν; Πολλές lifestyle «επιλογές» φαρμάκων αδυνατίσματος, body building κλπ ίσως υποχωρήσουν από υποδείγματα. Οι Κρίσεις είναι πάντα αφορμές. «Να φτωχύνουμε να γίνουμε ξανά ευτυχισμένοι» είχε προτείνει παραδοξολογώντας ο Γιάννης Ξανθούλης πριν από χρόνια.
Ζούμε μια παράδοξη εποχή. Εισβάλλουν ορμητικά νέα φάρμακα, νέες θεραπευτικές προσεγγίσεις και ταυτόχρονα περισφίγγονται απελπιστικά οι πόροι. Πού θα οδηγήσει αυτή η αντίφαση; Στη σύγκρουση Φαρμακοβιομηχανίας και Χρηματοπιστωτικού ασχέτως του ποιος κατά περιόδους επικρατεί, ποιος πληρώνει το μάρμαρο; Ο «κοσμάκης» μήπως; –όταν τσακώνονται τα βουβάλια στον βάλτο ποιος ποδοπατιέται; Τελικά, για χάρη της ισορροπίας των δυνάμεων της Αγοράς, πόσοι αδύναμοι θα πρέπει να στερηθούν βασικά φάρμακα και με ποιές συνέπειες;
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ:
Η Πληροφορική στην Κλινική Πράξη: Κορύφωση του Ορθού Λόγου ή Οριστική Ρήξη με τον Ανθρωποκεντρισμό;